Συμβάσεις ακριβόχρονης εκτέλεσης και ιδίως η ύ- παρξη υπαιτιότητας στην καθυστέρηση 2023 | 1ο & 2ο | 33 να απαλλαγεί από τη σύμβαση απλώς και μόνο με την καθυστέρηση, χωρίς να προσφύγει στην εφαρ- μογή των διατάξεων υπερημερίας οφειλέτη ή, ενδεχομένως, αδυναμίας παροχής. Θεμελιώδης αρχή της παρούσας ανάλυσης είναι ότι η ΑΚ 401 εδ. α΄ είναι a priori μια εξαιρετική διάταξη που, όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις της, λειτουργεί υπέρ του δανειστή και όχι εναντίον του, όπως συνάγε- ται από το γράμμα της ίδιας, αλλά και από τον σκοπό του νομοθέτη. Οι ανωτέρω συμβάσεις χαρα- κτηρίζονται ως σχετικά ακριβόχρονης εκτέλεσης όταν η παροχή είναι δυνατή και μετά την πάροδο του συμφωνηθέντος χρόνου. Αντίθετα, ως προς τις συμβάσεις απόλυτα ακριβόχρονης εκτέλεσης, κατά τις οποίες η παροχή είναι αδύνατη μετά την πάροδο του ταχθέντος χρόνου, αυτές δεν ρυθμί- ζονται ξεχωριστά από τον νόμο και υπάγονται σε διαφορετικό πλέγμα διατάξεων. ΙI. Συμβάσεις σχετικά ακριβόχρονης εκτέλεσης Σ ΤΕ Ως σύμβαση σχετικά ακριβόχρονης εκτέλεσης ορίζεται η ενοχική υποσχετική σύμβαση κατά την ο- Ε Λ ποία η εκπλήρωση της υποχρέωσης, που προκύπτει από την ενοχική σχέση, πρέπει να πραγματο- ποιηθεί εντός ορισμένου χρόνου ή προθεσμίας· ιδιαίτερης σημασίας για τον δανειστή, καθώς έχει ΜΕ 1 τεθεί και ως ουσιώδες στοιχείο της σύμβασης (ΑΚ 401 εδ. α΄) . Στην περίπτωση που παρέλθει το χρονικό διάστημα ή η προθεσμία και δεν έχει εκπληρωθεί η παροχή, αυτή είναι ακόμη δυνατό να εκτελεστεί, έστω και αν ο δανειστής έχει απωλέσει το ιδιαίτερο συμφέρον που είχε από την εμπρό- θεσμη εκπλήρωση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ΑΚ 401 εδ. α΄ προβλέπει ότι ο δανειστής και μόνο με την καθυστέρηση μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση χωρίς να απαιτείται πταίσμα του οφει- λέτη ως προς την καθυστέρηση. II. A. Το είδος της υπαναχώρησης Γενικότερα, η υπαναχώρηση αποτελεί διαπλαστικό δικαίωμα του ενός (ή του καθενός) συμβαλλομέ- νου σε ενοχική σύμβαση, που ασκείται με μονομερή δήλωσή του, και έχει ως έννομα αποτελέσματα τη λύση της σύμβασης, την απόσβεση των εκατέρωθεν υποχρεώσεων και τη γένεση υποχρέωσης 2 απόδοσης όσων εκπληρώθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό . Πα- λαιότερη διχογνωμία ως προς το αν η υπαναχώρηση λειτουργεί αναδρομικά ή για το μέλλον, με αποτέλεσμα τη διατήρηση όσων έχουν ήδη καταβληθεί, φαίνεται πλέον να έχει κατασταλάξει στην 3 ex tunc λύση της συμβατικής σχέσης και στην αναζήτηση όσων αποδόθηκαν από αιτία που έληξε λόγω υπαναχώρησης με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Τα αποτελέσματά της επέρ- χονται ipso iure και είναι δικαιοπρακτικά, στηρίζονται, δηλαδή, στη δικαιοπρακτική βούληση του συμβαλλομένου που υπαναχωρεί. Η υπαναχώρηση διακρίνεται σε νόμιμη και συμβατική. Συμβατική είναι η υπαναχώρηση όταν έχει προβλεφθεί στην ίδια την ενοχική σύμβαση ή και σε διαφορετική (ενδεχομένως άτυπη σύμβαση) ως μονομερές δικαίωμα των συμβαλλομένων. Αυτή ενδέχεται να εξαρτάται από τη συνδρομή κάποιου όρου (π.χ. επέλευση γεγονότος, πάροδος προθεσμίας) ή και διαφορετικών όρων στο πρόσωπο κάθε συμβαλλομένου, οπότε θα πρέπει να εξετάζεται και η ισορροπία των συμφερόντων των μερών, για να αποφευχθεί η καταχρηστικότητα. Δεν αποκλείεται η συμφωνία υπαναχώρησης να τεθεί και τε- 4 λείως ελεύθερη . Αντίθετα, στις περιπτώσεις νόμιμης υπαναχώρησης προβλέπεται απευθείας από 1 Γεωργιάδης Σ. Απόστολος, Ενοχικό Δίκαιο - Γενικό Μέρος, 2η έκδοση, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2015, σελ. 578ꞏ Σταθόπουλος Π. Μιχαήλ, Επιτομή Γενικού Ενοχικού Δικαίου, 2η έκδοση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Αθήνα, 2016, σελ. 485ꞏ Κουμάνης Ι. Σταμάτης, «Συμβατική υπαναχώρηση (άρ. 389-401)», σε: Γεωργιάδης Σ. Απόστολος (επιμ.), Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα, 2η έκδοση, εκδ. Π.Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2023, σελ. 956ꞏ ΑΠ 1369/2007, ΔΕΕ, 2008. 2 Γεωργιάδης Σ. Απόστολος, ακριβώς ό.π., σελ. 564. 3 Σταθόπουλος Π. Μιχαήλ, ό.π. υποσημ. 1, σελ. 487. 4 Ακριβώς ό.π., σσ. 483-484. Υπαγωγή
Τεύχος 14ο (1 & 2/2023) - Έτος 8ο, " Α. Σαρέλη " Page 38 Page 40